Ο Άγιος Πρόδρομος, βρίσκεται στην κεντρική Χαλκιδική. Απέχει από την πρωτεύουσα, τον Πολύγυρο, μόλις 14 km. και από την Θεσσαλονίκη 50 km. Μετά την εφαρμογή του σχεδίου Καποδίστριας, υπάγεται στον Δήμο Πολυγύρου. Σύμφωνα με την απογραφή του 2001, το χωριό κατοικείται από 452 κατοίκους, οι οποίοι ως επί το πλείστον ασχολούνται με την γεωργία, την κτηνοτροφία, την εστίαση και τουρισμό, ή εργάζονται στα μεταλλεία Γερακινής (και παλαιότερα στου Βάβδου).

Η γραφική τοποθεσία στην οποία είναι χτισμένος ο Άγιος Πρόδρομος, με τον Ρεσετνικιώτη ποταμό - ή Τρανό λάκκο, ο οποίος αποτελεί μία από τις πηγές του Ολύνθιου - να διαρρέει το χωριό, τα παραδοσιακά σπίτια και την αναπαλαιωμένη εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (χτισμένη το 1851), το καθιστούν πόλο έλξης πολλών επισκεπτών. Στις παραδοσιακές ταβέρνες - 9 στον αριθμό - ο επισκέπτης μπορεί να γευτεί το πασίγνωστο σουβλάκι Αγίου Προδρόμου, παραδοσιακό ψωμί και γλυκά, μέλι, καφέ κτλ.

Σημαντικές εορτές αποτελούν η Κοίμηση της Θεοτόκου στις 15 Αυγούστου, το πανηγύρι στο εξωκλήσι του Αγίου Προδρόμου στις 28-29 Αυγούστου, το οποίο μάλιστα από τα παλαιά χρόνια συγκέντρωνε πλήθος πιστών, το πανηγύρι του Αγίου Χριστοφόρου, του Αη-Γιώργη, του Αη-Λια, της Αγ. Άννας.

Στην μακραίωνη ιστορία του, στο χωριό έχουν διασωθεί και πολλά έθιμα, όπως “Οι Φουταροί”, που ψάλουν τα τοπικά κάλαντα την παραμονή των Θεοφανείων, “Οι φουτχιές” που ανάβουν στις πλατείες του χωριού την παραμονή της Γεννήσεως του Αγίου Προδρόμου στις 23 Ιουνίου, το παραδοσιακό μασκάρεμα των παιδιών τις Απόκριες, η λιτανεία της ημέρα της Ζωοδόχου Πηγής και άλλα πιο ξεχασμένα, όπως “Οι Λαζαρίνες”, “Το έθιμο της σ’χωρήσεως”.

3/9/09

Από τον Άθωνα στη Σαλονίκη (1861)

Συγγραφέας: David Masson
Περιηγητής: W. G. C. (1861)
Τιτλος βιβλίου: Macmillan's magazine, Vol. VII (Λονδίνο 1863)
Γλώσσα: Αγγλικά
Μετάφραση: Γιάννης Δ. Σαράφης
Πρόλογος
Το παρακάτω κείμενο προέρχεται από το αγγλικό περιοδικό "Macmillan's magazine". Ο συγγραφέας περιγράφει το οδοιπορικό του από το Άγιον Όρος μέχρι τη Θεσσαλονίκη, το οποίο έλαβε χώρα το 1861. Καλή ανάγνωση.
----------------------------------------------------------------------------------------------
ΑΠΟ ΤΩΝ ΑΘΩΝΑ ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
του W.G. C
"Οι παρακάτω σελίδες έχουν εξαχθεί από μία εφημερίδα, η οποία γράφηκε κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας το καλοκαίρι του 1861.
Η εφημερίδα αυτή συμπληρωνόταν μέρα με την ημέρα με κάθε ευκαιρία, καθώς τα συμβάντα του ταξιδιού ήταν ακόμη νωπά στην μνήμη. Η ομάδα απαρτιζόταν από τον συγγραφέα, έναν Εγγλέζο φίλο και τον υπηρέτη του Θεοδόσιο (εν συντομία καλούμενος Γιώργος), Έλληνα, που ήταν σβέλτος στα χέρια αλλά και στη γλώσσα. Μεταξύ άλλων αυτοβιογραφικών ιστοριών, μας είπε πώς απέκτησε το δεύτερό του όνομα. Ένας Εγγλέζος αξιωματικός, κατευθυνόμενος για την Κριμαία, προσέλαβε αυτόν ως υπηρέτη του. Όταν του είπε το όνομά του, αυτός αποκρίθηκε: "Θεο - τι; Δεν έχω ακούσει ξανά τόσο παράξενο όνομα! Σε ονομάζω Γιώργο!" Κι από τότε ονομάζεται Γιώργος.
Φτάσαμε δια θαλάσσης από την Κωνσταντινούπολη στο Άγιον Όρος και διαπλεύσαμε την χερσόνησο, επισκεπτόμενοι στην πορεία μας 16 από τα 21 μοναστήρια, ξεκινώντας από το Ρωσσικό και καταλήγοντας στο Χιλιανδάρι. Ήμασταν πλέον έτοιμοι να επιστρέψουμε κατά μήκος της ακτής στην Θεσσαλονίκη.
13 Σεπτ. Φύγαμε από το μοναστήρι το μεσημέρι. Οι πατέρες μας εφοδίασαν μουλάρια και έναν οδηγό, έναν Βούλγαρο, ο οποίος ήταν αγράμματος και πολύ ανόητος, μόλις και μετά βίας μπορούσε να προφέρει κάποια λέξη στα ελληνικά, και μη γνωρίζοντας ούτε μία λέξη από οποιαδήποτε άλλη γλώσσα γνωρίζαμε.
Ακολουθώντας την αμμώδη κοίτη ενός χειμάρρου, η οποία ήταν κατάφυτη από πλατάνια, σύντομα φτάσαμε στη θάλασσα, στην άκρη της οποίας υπήρχε ένα μοναστηριακό κτίριο, εγκαταλελειμμένο πλέον και ερειπωμένο. Έπειτα κατευθυνθήκαμε ανηφορικά και μετά κατηφορικά, διαμέσου ενός πευκοδάσους που βρισκόταν σε αμμώδες έδαφος. Όποτε φτάναμε σε κάποιο άνοιγμα, διακρίναμε στο δεξί μας χέρι την βαθυγάλανη θάλασσα, σε αντίθεση με το σκούρο πράσινο των πεύκων και την λευκή άμμο της παραλίας. Από το σημείο αυτό και στο εξής, γυρίζοντας ολόγυρα μπορούσαμε να διακρίνουμε υπέροχα την κορυφή του Άθωνα, να υψώνεται λευκή, γυμνή και απότομη πάνω από τις αλλεπάλληλες βαθμίδες των κατάφυτων κορυφογραμμών που διασχίζουν το ακρωτήριο, ανεβαίνοντας όλο και ψηλότερα καθώς προσεγγίζουν το σημείο της κορυφής.
Στη 01:50 προσπεράσαμε ένα μικρό φυλάκιο-σπίτι, στο οποίο διέμεναν δύο άντρες, με ελληνική φορεσιά - τμήμα της αστυνομικής δύναμης που συντηρούν οι μοναχοί. Αυτό υποδηλώνει το σύνορο του Αγίου Όρους. Παρόλα αυτά δεν μπορούσαμε να διακρίνουμε τους λόφους για αρκετή ώρα.
Στις 03:30 φτάσαμε σε ένα μικρό πηγάδι με γλυφό νερό, καθώς κατερχόμασταν τον λόφο. Εκεί ξεκουραστήκαμε και φάγαμε το μαύρο ψωμί μας (όλες τις προμήθειες που είχαμε), σχεδόν για ένα μισάωρο˙ συνεχίζοντας το ταξίδι μας, φτάσαμε σε μία επίπεδη, βαλτώδη τοποθεσία, έχοντας ακόμη στα αριστερά μας μία σειρά λόφων, χαμηλής κλίμακας. Από εδώ και πέρα, υπερνικώντας οποιοδήποτε εμπόδιο και κατερχόμενοι στην χλοερή πεδιάδα, εξακολουθήσαμε να ψάχνουμε επίμονα για τυχόν ίχνη της διώρυγας του Ξέρξη. Επιτέλους, λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα, φτάσαμε σε μία πεδιάδα, όπου το έδαφος ήταν εντελώς επίπεδο από την μια άκρη της θάλασσας ως την άλλη, κατά μήκος της οποίας εκτείνονταν, σε ευθεία γραμμή, ένας σχηματισμός που έμοιαζε με αποξηραμένη κοίτη ποταμού, πλάτους 20 γιαρδών περίπου.
"Εδώ", είπαμε, "επιτέλους είναι το Κανάλι!".
Φτάσαμε σε αυτό το συμπέρασμα, όταν ο οδηγός μας αναφώνησε σαφέστατα "εδώ είναι ο προύλακας". Λοιπόν, ο προύλακας αποτελεί παραφθορά του προαύλακα, που είχε αναφέρει ο Leake1. Εδώ συνεπώς ήταν το σημείο που τόσο πολύ αναζητούσαμε. Από το ύψωμα πέρα από την πεδιάδα μπορούσαμε να διακρίνουμε ολοκάθαρα όλη την πορεία του καναλιού. Αρχίζοντας από την βορεινή πλευρά ενός στρογγυλού δασώδη λόφου στον Σιγγιτικό κόλπο - αναμφίβολα η ακρόπολη της αρχαίας Σάνης2 - συνεχίζει για μερικές εκατοντάδες γιάρδες σε ευθεία πορεία, στη συνέχεια στρίβει προς τα δεξιά και ξανά κατευθύνεται παράλληλα στην αρχική του πορεία προς το Αιγαίο. Η απόσταση είναι μικρότερη από 1 ½ μίλι - 12 στάδια, κατά τον Ηρόδοτο - και το έδαφος το οποίο χρειαζόταν εκσκαφή, δεν ξεπερνάει τα 50 πόδια πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η πορεία του καναλιού μπορεί να εντοπιστεί από μία γραμμή από θάμνους και δέντρα και έντονο πράσινο γρασίδι. Αξίζει να σημειωθεί, ότι μπορεί να ξανανοιχθεί με πολύ χαμηλό κόστος. Αυτό το μεγάλο επίτευγμα, το οποίο ο Juvenal αρνήθηκε να αναφέρει, είχε ξεπεραστεί πολλές φορές από τους ίδιους τους χωρικούς του. Η εκτέλεση αυτής της εργασίας δεν ήταν τίποτα μπροστά στο δυναμικό που είχε ο Ξέρξης κάτω από τις διαταγές του, και πιθανόν ήταν ένα πολύ ευφυές εγχείρημα. Ο Ξέρξης φυσικά, σκόπευε να προσθέσει μόνιμα την Θράκη και την Ελλάδα, καθώς και όλη την ακτογραμμή που μεσολαβούσε, στις κατακτήσεις του· και για τους δειλούς εξερευνητές εκείνης της εποχής, οι οποίοι πάντα περιορίζονταν στην εξερεύνηση μόνο των ακτών, αποτελούσε μεγάλο όφελος να αποφύγουν τον διάπλου του ακρωτηρίου του Άθωνα, το οποίο ήταν τόσο εκτεθειμένο στην μανία των Ετησίων ανέμων [μελτέμια] και υστερούσε στην εξασφάλιση αγκυροβόλησης. Φαντάζομαι ότι ο Juvenal πρέπει να είχε μπερδέψει στο μυαλό του το Κανάλι του Ξέρξη με το σχέδιο του παρανοϊκού γλύπτη3, που ήθελε να μετατρέψει τον Άθωνα, σμιλεύοντάς τον, σε άγαλμα του Μ. Αλεξάνδρου.
Εξακολουθήσαμε να κοιτάζουμε το τοπίο μέχρι να σκοτεινιάσει· συνεχίζοντας πεζοί την πορεία μας, έχοντας κουραστεί από την ίππευση, φτάσαμε στην Ιερισσό4, οδηγούμενοι από το φεγγαρόφωτο, στις 07:30. Απέχει λιγότερο από 2 μίλια από τη Διώρυγα. Είχαμε στην διάθεσή μας ένα γράμμα από τον Ηγούμενο της Εσφιγμένου προς κάποιον Αναγνώστη Μαρίνου, στου οποίου το σπίτι οδηγηθήκαμε από τον πρώτο που συναντήσαμε στον δρόμο. Ο Αναγνώστης είχε πάει εκείνη την ημέρα στην Θάσο να ασχοληθεί με τα μελίσσια του, αλλά μας υποδέχτηκαν με πολύ προθυμία η γυναίκα και η οικογένειά του, κινητοποιούμενοι για να μας ετοιμάσουν δείπνο, και να προετοιμάσουν το καλύτερο κατάλυμα για να κοιμηθούμε. Τα σπίτια είναι όλα στο ίδιο σημείο. Ο χαμηλότερος όροφος, χτισμένος με χοντρές πέτρες, καταλαμβάνεται από την σιταποθήκη, την αποθήκη και τον σταύλο· ο επάνω όροφος, χτισμένος με ξύλα και πλυμένη λευκή λάσπη, περιλαμβάνει δύο ή τρία δωμάτια, τα οποία συγκοινωνούν με έναν μακρόστενο ξύλινο διάδρομο, που εκτείνεται σε όλο το μήκος του σπιτιού, ακουμπώντας σε ένα προεξέχων ικρίωμα αρκετά μακριά από τον κεντρικό τοίχο. Το δωμάτιο στο οποίο κοιμηθήκαμε, περιείχε τον εξοπλισμό και τα ρούχα του νοικοκυριού, και μία πληθώρα εμπορευμάτων μέσα σε βαρέλια και κανάτες. Δεν μπορέσαμε να κοιμηθούμε, εξαιτίας των συνεχόμενων επιθέσεων από τις μύγες, οι οποίες μπορεί να μην προειδοποιούσαν με τον ήχο τους όπως τα κουνούπια, αλλά το τσίμπημά τους ήταν εξίσου επίπονο, διαταράσσοντας τον βαθύ ύπνο. Ήμασταν ιδιαίτερα ευτυχείς όταν ξημέρωσε.
14 Σεπτ. Αμέσως μόλις ξημέρωσε, σηκώθηκα και πήγα να δω το σύγχρονο χωριό, την Ιερισσό, αναζητώντας ίχνη της της αρχαίας πόλης, της Ακάνθου5. Δεν άργησα να βρω ό,τι απέμεινε από αυτήν - 14 σειρές τούβλων από γρανίτη, τετραγωνισμένων και χτισμένων χωρίς ασβεστοκονίαμα, σύμφωνα με την αρχαία ελληνική παράδοση. Τα τούβλα δεν είναι ψηλά, σε σύγκριση με το μήκος και πλάτος τους. Ένα το οποίο μέτρησα (καθώς ήταν γωνιόλιθος μπορούσα να το μετρήσω), ήταν μήκους 5 ποδιών, πλάτους 3 ½ και 1 ¼ στο ύψος. Αυτή ήταν αποδεδειγμένα η θέση της Ακρόπολης, η οποία μεταγενέστερα καταλήφθηκε από ένα μεσαιωνικό κάστρο, πιο κατεστραμμένο από το αρχαίο Ελληνικό.
Ο λόφος πάνω στον οποίο δεσπόζει, χαμηλώνει απότομα από την πλευρά της θάλασσας. Μεταξύ του λόφου και της θάλασσας, εκτείνεται ένα γήπεδο μερικών εκατοντάδων γιαρδών. Η θάλασσα απέχει επίσης μερικές εκατοντάδες γιάρδες· και είχα την αίσθηση ότι μπορούσα να δω πού εκτείνονταν τα "μεγάλα τείχη" της Ακάνθου, συνδέοντας την επάνω πόλη με τον λιμένα. Η φύση πράγματι, δεν είχε "προβλέψει" την ύπαρξη λιμανιού, αλλά είναι συγκριτικά εύκολη η κατασκευή ενός σε ήρεμη θάλασσα. Οι καταιγίδες αιώνων έχουν αναμφίβολα θάψει τις προβλήτες βαθιά μέσα στην άμμο, και εκτός από το προαναφερθέν τείχος, δεν υπάρχει κανένα άλλο ορατό ίχνος της αρχαίας πόλης.
Οι γυναίκες της Ιερισσού φοράνε στο κεφάλι πολύχρωμα μαντήλια, δεμένα με τέτοιο τρόπο ώστε να μοιάζουν με τουρμπάνια, και για φόρεμα την βαριά μάλλινη στόφα, που μοιάζει με κουβέρτα, η οποία συναντάται κατά κανόνα στην Ελλάδα. Ότι είναι το μεσοφόρι των γυναικών για το κρινολίνο αυτών της Δυτικής Ευρώπης, είναι και το χιτώνιο που φοράνε οι άντρες για την αλβανική "φουστανέλα", παρόμοιο με αυτό που φορούσαν οι πρόγονοί τους την εποχή του Ξέρξη, κομμάτια από κεντημένο ύφασμα, μια πλατιά ζώνη, πολλές φορές γυρισμένη γύρω από την μέση, ένα ζωηρόχρωμο πουκάμισο χωρίς μανίκια και στο κεφάλι ένα κόκκινο φέσι, με ένα μαντήλι όπως αυτό των γυναικών.
Ξεκινήσαμε στις 08:00, με τέσσερα μουλάρια και τρεις άντρες. Συμφωνήσαμε να δώσουμε 30 πιάστρες την ημέρα για κάθε μουλάρι - με τιμή συναλλάγματος 110 πιάστρες για κάθε στερλίνα - μία κακή συμφωνία, καθώς μάθαμε αργότερα στην Θεσσαλονίκη· αλλά εκείνη τη στιγμή ήμασταν ξένοι, άπειροι στα παζάρια και ανίδεοι στην τιμή, τον χρόνο και το εμπόριο για άνδρες και ζώα σ' εκείνα τα μέρη.
Πρώτα διασχίσαμε μία μακρόστενη πεδιάδα, καλυμμένη με αμπέλια και καλαμπόκια. Πρόσφατα ένα τμήμα αυτής της περιοχής υπήρξε αντικείμενο αντιδικίας μεταξύ της πόλης της Ιερισσού και του μοναστηριού του Χιλιανδαρίου. Καθώς μας είπαν, υπήρξε στην κατοχή της Ιερισσού από πανάρχαιους χρόνους, αλλά παρόλο που οι μοναχοί τιμούν ειλικρινά τις συμφωνίες, ωστόσο ανακάλυψαν ένα ψεγάδι στον τίτλο και έκαναν αγωγή εναντίον της πόλης.
Η υπόθεση εκδικάστηκε στην Κων/πολη, και η υπόθεση βγήκε υπέρ της Ιερισσού· αλλά η νίκη αυτή τους κόστισε 300.000 πιάστρες, και το μοναστήρι κατέβαλε ακόμη μεγαλύτερο πρόστιμο. Ωστόσο οι πατέρες ήταν πλούσιοι, και είχαν την πρόθεση να προσφύγουν σε κάποιο άλλο δικαστήριο, και η πόλη της Ιερισσού, όντας πολύ φτωχή, περίμενε με ανυπομονησία, έντρομη, την δεύτερη εκδίκαση. Επιπλέον, από τα 300 νοικοκυριά (ονόματα, με τεχνικούς όρους) της Ιερισσού, τα 50 δεν έχουν καθόλου μερίδιο γης, δυσανασχετώντας να φορολογηθούν επιπλέον για τα έξοδα μίας δίκης, απ' την οποία δεν έχουν καθόλου όφελος.
Αναχωρώντας, περάσαμε από μία φάρμα που ανήκε (αναμφισβήτητα) στο Χιλιανδάρι, όπου υπήρχαν αρκετές άσπρες μουριές, του είδους απ' το οποίο τρέφονται οι μεταξοσκώληκες. Καθώς αρχίσαμε να σκαρφαλώνουμε στις πρώτες πλαγιές των λόφων, προσπεράσαμε μεγάλους σωρούς απορριμάτων από εγκαταλελειμένα ορυχεία χρυσού και αργύρου, υπενθυμίζοντάς μας ότι εδώ γύρω είχε ο Θουκυδίδης υπό την κατοχή του κάποια ορυχεία, προερχόμενα από την Θρακιώτισσα γυναίκα του. Αυτά, ωστόσο, πρέπει να είχαν λειτουργήσει σχετικά πρόσφατα.
Πριν 5 χρόνια συνάντησα στην Κων/πολη έναν Ιρλανδό, ο οποίος προσπαθούσε να σχηματίσει μία εταιρία για την επαναλειτουργία των μεταλλείων απέναντι από την Θάσο, λέγοντας ότι είχε βρει επικερδές να προμηθευτεί από την Αγγλία τον απαραίτητο σύγχρονο εξοπλισμό για το κοσκίνισμα των σωρών των απορριμάτων, που είχαν εγκαταληφθεί από τους μεταλλωρύχους παλαιοτέρων εποχών. Ποτέ δεν έμαθα τι απέγινε αυτή η εταιρία. Πιστεύω ότι οι δυνατότητές της ήταν περιορισμένες.
Εξακολουθώντας την αναρρίχηση, και λαμβάνοντας όλο και μακρινότερες εικόνες της γης και της θάλασσας, φτάσαμε στο ορεινό χωριό Νίσβορος6 στις 12:30. Απλώνεται στην βορεινή πλευρά μιας κορυφογραμμής, ανερχόμενο ίσως στο ύψος των 2.500 ποδιών, καλυμμένο μέχρι την κορυφή με πράσινο γρασίδι, και όμορφα διάσπαρτο με δέντρα, οξιές και βελανιδιές. Στην ανατολική πλευρά του χωριού, το έδαφος υποχωρεί απότομα και ενώνεται με βαθειές ρεματιές. Το έδαφος, απογυμνωμένο από βλάστηση, αποτελείται πότε από βαθυκόκκινο και πότε από έντονο μαύρο χώμα, όπως τα μπάζα ορισμένων μεγάλων μεταλλείων. Ωστόσο, είναι απλά δημιούργημα της φύσης, αλλά δεν είμαι γεωλόγος ώστε να κάνω υποθέσεις για την αιτία αυτού του σχηματισμού. Όπως η Ιερισσός, και όλα τα υπόλοιπα χωριά σ' αυτούς τους λόφους, ο Νίσβορος είναι αποκλειστικά Ελληνικός. Κυβερνάται από έναν προεστό, ή δήμαρχο, ο οποίος επιλέγεται κάθε χρόνο από τους επικεφαλής των οικογενειών, υποταγμένος στην έγκριση από τον Πασά, ή Μουδίρη της περιοχής. Εξασφαλίζει την τάξη και συλλέγει φόρους. Πήγαμε στο σπίτι του προεστώτος από την πρώτη στιγμή, καθώς αυτός είχε καθήκον να υποδέχεται ξένους. Εκείνος έλειπε, αλλά ο γιος του, ένας εξαίρετος νέος 25 ετών, μας καλωσόρισε αντί για αυτόν. Στο δωμάτιο, στο οποίο γευματίσαμε, υπήρχαν 40 ή 50 παλιά όπλα, όλα ξεκλείδωτα, για τα οποία ειπώθηκε ότι εναποτέθηκαν εκεί με εντολή του Κυβερνήτη, ο οποίος δεν επιτρέπει σε κανέναν να έχει υπό την κατοχή του όπλο χωρίς την έκδοση τεσκερέ ή αδείας, η οποία κοστίζει 100 πιάστρες ετησίως. Ο γιός του προεστώτος με συνόδευσε σε έναν περίπατο μέσα στο χωριό. Συναντήσαμε έναν ηλικιωμένο άντρα 70 ετών περίπου, ο οποίος απαντώντας στην ερώτησή μου για αρχαία ερείπια, με πληροφόρησε ότι σε απόσταση μιάμιση ώρας κοντά στην ακτογραμμή υπήρχαν τα ερείπια των αρχαίων "Σταγείρων, γενέτειρας του Αριστοτέλη", σε ένα μέρος το οποίο τώρα λέγεται Σιδερόκαψα. (Αυτό το όνομα βρήκα στον χάρτη του Kiepert, το οποίο δεν ανήκε σε κάποιο χωριό, αλλά σε όλη την περιοχή, συμπεριλαμβανομένου του Νίσβορου).
Όταν τον ρώτησα πως ξέρει ότι ήταν τα Στάγειρα, είπε ότι ο "διδάσκαλος" του έδειξε ένα παλιό βιβλίο γεωγραφίας, στο οποίο επαληθεύεται ο ισχυρισμός του. Σχετικά με τον δάσκαλο, αναρωτήθηκα για την ύπαρξη κάποιου σχολείου στο μέρος εκείνο, και μου είπαν ότι υπήρχε ένα, το οποίο είχε κατά μέσο όρο 20 παιδιά, ότι ο δάσκαλος πληρωνόταν εν μέρει από το κοινό ταμείο του χωριού και εν μέρει από τους γονείς των αγοριών, και ότι συνολικά έπαιρνε 4.000 πιάστρες τον χρόνο.
Τώρα, στην αναφορά του δασκάλου, δεν παρατήρησα καμία μεταβολή στην έκφραση του νέου άντρα, ούτε στο σπίτι παρατηρήσαμε κάποιο σημάδι αναστάτωσης· ωστόσο, καθώς πληροφορηθήκαμε από τους ημιωνηγούς μας καθ' οδόν, ένα πολύ τραγικό περιστατικό συνέβη στην οικογένεια μόλις πρόσφατα. Η κόρη του προεστώτος, αδερφή του νεαρού που περπατούσε μαζί μου, είχε παντρευτεί για μερικά χρόνια τον δάσκαλο, ο οποίος προσέθεσε στις υποχρεώσεις του ως δάσκαλος και την ειδικότητά του ως δικηγόρος, χαίροντας της εκτίμησης στο χωριό του. Η γυναίκα του φαίνεται, ήταν ανάξια και άπιστη σε αυτόν. Μετά από αρκετά σκανδαλώδη περιστατικά, στο τέλος φέρθηκε άδικα, πρώτον με το να τον δηλητηριάσει με λάβδανο και στη συνέχεια κόβωντάς του τον λαιμό κατά την διάρκεια του ύπνου. Αυτή και ο εραστής της έκρυψαν το σώμα του σε ένα καμαράκι και στη συνέχεια εξαφανίστηκαν. Οι υποψίες των γειτόνων ξύπνησαν· διέρρηξαν το σπίτι, ανακάλυψαν το πτώμα και στη συνέχεια συνέλαβαν τους ενόχους, οι οποίοι στάλθηκαν στην Θεσσαλονίκη, και κατόπιν εξονυχιστικής έρευνας από τον Πασά, ομολόγησαν και καταδικάστηκαν σε απαγχονισμό. Το έγκλημα αυτό διεπράχθη μόλις ένα δεκαπενθήμερο πριν την άφιξή μας. Αλλά ο κατάλογος των συμφορών δεν είχε ολοκληρωθεί. Η γυναίκα του νέου άντρα, του αδερφού της φόνισσας, ταράχθηκε τόσο πολύ από τα νέα, με αποτέλεσμα να αρρωστήσει και να πεθάνει σε λίγες μέρες. Ωστόσο ο σύζυγος δεν φαινόταν να πενθεί και δεν έδειχνε, όπως είπα, κανένα σημάδι θλίψης. Στο δρόμο μας για την Λιαρίγγοβη7, συναντήσαμε τον ηλικιωμένο πατέρα που επέστρεφε. Είχε το κεφάλι του σκυμμένο καθώς περνούσαμε, και φαινόταν απόλυτα συντετριμμένος. (Αυτή η τραγική ιστορία επιβεβαιώθηκε, με κάθε λεπτομέρεια, από κάποιους που θεωρούνται φερέγγυοι, στην Θεσσαλονίκη).
Σε απόσταση λιγότερη από 1 μίλι από τον Νίσβορο βρίσκεται ένα ερειπωμένο κάστρο, απλωμένο σε μεγάλη έκταση. Λέγεται Παλαιόκαστρο8 και ήταν η κατοικία του Πασά της περιοχής. Το σκηνικό είναι πολύ όμορφο μεταξύ αυτού του μέρους και της Λιαρίγγοβης. Το μονοπάτι μερικές φορές περνάει μέσα από δάση, και άλλες πάλι μέσα από πράσινα βοσκοτόπια, περιτριγυρισμένα από λόφους γεμάτους οξιές και βελανιδιές. Από εδώ και στο εξής υπάρχει μία πλαγιά με χρυσαφένια φτέρη μέχρι την άκρη του δάσους, θυμίζοντας το σκηνικό των πάρκων της παλιάς Αγγλίας. Έπειτα από έναν περίπατο 3 ωρών και 40 λεπτών φτάσαμε στο ακμάζων χωριό της Λιαρίγγοβης, περιτριγυρισμένο από κήπους και περιβόλια, ακριβώς την ώρα που οι τελευταίες ακτίνες του δύοντος ηλίου ξεχύθηκαν ανάμεσα από τον μπλε καπνό που υψώνονταν από όλες τις καμινάδες.
Μείναμε σε ένα χάνι, το οποίο ανήκε σε κάποιον Κωνσταντίνο Αγαπητού. Είχαμε ένα ανώγειο, τόσο γεμάτο από μύγες, που δεν μπορούσαμε να ξεκουραστούμε. Μας προσέφεραν επίσης ένα κοτόπουλο, μερικά σταφύλια και καφέ, για τα οποία χρεωθήκαμε με το υπέρογκο ποσό των 80 πιάστρων. Ποσό το οποίο δεν διευκόλυνε κανέναν να διαμείνει στο χάνι του Κωνσταντίνου Αγαπητού.
Πρόσεξα ότι οι πιο ηλικιωμένοι, που συναντώνται κάθε απόγευμα σε έναν ανοιχτό χώρο ο οποίος λειτουργεί ως αγορά, παρόλο που είναι Έλληνες στο γένος και την θρησκεία, φοράνε τούρκικα ρούχα, τουρμπάνια και παντελόνια, ενώ οι πιο νέοι φοράνε την ελληνική ή αλβανική φουστανέλλα.
Αφήσαμε την Λιαρίγγοβη ευχαρίστως στις 08:30 το επόμενο πρωί, 15 Σεπτεμβρίου. Είχε βρέξει κατά την διάρκεια της νύχτας, και η παγωμένη ομίχλη διατηρούνταν ακόμη στα υψηλότερα μέρη της διαδρομής που ακολουθούσαμε. Αλλά ο ήλιος γρήγορα τα διασκόρπισε, και μας επέτρεψε να δούμε την υπέροχη θέα που απλωνόταν μπροστά μας, αλλάζοντας σε κάθε στροφή που κάναμε. Το μονοπάτι περνούσε μέσα από δάση, και κατά μήκος της νότιας πλευράς του βουνού, έτσι ώστε διακρίναμε τις τρεις χερσονήσους της Χαλκιδικής, τον Άθωνα και την Κασσάνδρα, με τους κόλπους ανάμεσά τους και την θάλασσα τριγύρω, πότε την μία χερσόνησο και πότε την άλλη, και μερικές φορές και τις τρεις μαζί, να απλώνονται μπροστά μας όπως σε έναν χάρτη. Η χερσόνησος του Άθωνα είναι η πιο ψηλή, και η Κασσάνδρα η πιο επίπεδη από τις τρεις. Παρεπιπτώντως, η τελευταία, όντας πιο προσιτή για ανθρώπινη κατοίκηση, έπαιξε τον μεγαλύτερο ρόλο στην ιστορία, περιλαμβάνοντας μεταξύ άλλων πόλεων, την Ποτίδαια και την Σκιώνη. Μερικές φορές καθώς ήμασταν στην κορφή του λόφου, παρατηρώντας ολόγυρα, βλέπαμε ένα ευρύ κυκλικό τμήμα γεμάτο με σκόρπια δέντρα και τις λίμνες του Βασιλείου και των Μπεσικίων, την αρχαία Βόλβη. Ξαφνικά το μονοπάτι μας έστριψε προς την δυτική πλαγιά του βουνού και, αντί για τον Άθωνα, είδαμε ένα ψηλότερο μακρινό βουνό, το οποίο υψωνόταν επάνω από την μπλε ομίχλη, που έκρυβε την βάση του, μακριά πάνω από την θάλασσα. "Ανταλλάξαμε" τον Άθωνα για τον Όλυμπο. Προς τα νότια ήταν η κορυφή της Όσσας, σχεδόν ανταγωνιζόμενη φαινομενικά τον Όλυμπο σε ύψος, αλλά όχι σε όγκο.
Δύο ώρες από την Λιαρίγγοβη βρίσκεται μία πηγή, όπου πριν από δέκα μέρες από την επίσκεψή μας, μία ομάδα από δώδεκα γύφτους συνάντησαν τυχαία δώδεκα άλλους, και στην διάρκεια του ύπνου τους, δολοφόνησαν τους 10 και άφησαν ετοιμοθάνατους τους άλλους δύο. Αυτοί ωστόσο ανάρρωσαν και κατέθεσαν μαρτυρία εναντίον των δολοφόνων, οι οποίοι, με ευχαρίστηση μάθαμε, ότι εγκλείστηκαν με ασφάλεια στην φυλακή της Θεσσαλονίκης, περιμένοντας την τιμωρία τους. Αυτή την ιστορία, την οποία στην αρχή δεν πιστέψαμε, επιβεβαιώθηκε όπως και η προηγούμενη από μαρτυρίες φίλων μας στην Θεσσαλονίκη.
Μετά από διαδρομή 4 ωρών φτάσαμε στην πηγή της Κερασιάς9, σε ένα χλοερό ξέφωτο, περιτριγυρισμένο από δάσος με βελανιδιές. Απλώνοντας τις κάπες μας κάτω από ένα δέντρο, γευματίσαμε και πήραμε έναν σύντομο ύπνο. Συνεχίζοντας το ταξίδι μας, έπειτα από διαδρομή 4 ωρών φτάσαμε στην Γαλάτιστα. Το μονοπάτι γενικά κατηφορίζει από την Κερασιά και υπάρχει ένας απότομος κατηφορικός πλακόστρωτος δρόμος σε ένα γυμνό λόφο προς την Γαλάτιστα, προς την οποία στείλαμε τον πιο δραστήριο ακόλουθό μας πριν από μας, ώστε να ανιχνεύσει για την πιο ασφαλή διάβασή μας. Αυτός βρήκε ένα σπίτι, το οποίο μόλις είχε χτιστεί, και πάραυτα εγκατασταθήκαμε σε ένα μικρό δωμάτιο, το οποίο δεν είχε κατοικηθεί έως τότε - έτσι τουλάχιστον μας είπαν. Ωστόσο ήταν εξοπλισμένο με ντιβάνια, στα οποία καταφέραμε να κοιμηθούμε πολύ άνετα. Η Γαλάτιστα είναι πολύ όμορφα χτισμένη επάνω στην μία πλευρά ενός λόφου, κοιτάζοντας προς έναν μακρύ και εύφορο κάμπο, στην άλλη άκρη του οποίου υπάρχουν κάποιοι χαμηλής κλίμακας λόφοι, πάνω από τους οποίους δεσπόζει ο μεγαλοπρεπής Όλυμπος, κατακόκκινος, καθώς οι χρυσές ακτίνες του ήλιου που δύει ξεχύνονται πίσω του. Τα σπίτια είναι χτισμένα, ως συνήθως, από χοντρές πέτρες και ασβεστοκονίαμα, πλαισιωμένα από ξύλινα δοκάρια, που συμπληρώνουν τα κενά, ως προστασία ενάντια στους σεισμούς. Το επάνω τμήμα των σπιτιών είναι όλο από ξύλο, εκτός από τα κεραμίδια της σκεπής. Τα σπίτια στέκονται απροκάληπτα, γύρω από τα οποία βρίσκονται διάσπαρτα μουριές. Υπάρχουν, καθώς προείπα, 300 σπίτια και 6 εκκλησίες, παρέχοντας εκκλησιαστική διακονία μεγαλύτερη κι από αυτή της πόλης του Λονδίνου - μόνο που τα ιερά κτίρια στην Γαλάτιστα είναι πιθανόν μικρά, γι' αυτό δεν είδα κανένα από αυτά. Κοντά στο κατάλυμά μας υπήρχε ένας μεγάλος ερειπωμένος πύργος μεσαιωνικής τεχνοτροπίας, το μόνο αξιοσημείωτο κτίριο σε αυτό το μέρος. Οι γυναίκες εδώ φοράνε ένα περίεργο κάλυμμα στο κεφάλι. Ένας κύλινδρος, άγνωστο από τι υλικό είναι κατασκευασμένος, περίπου στο μέγεθος μίας γυάλινης κούπας, τοποθετείται στην κορυφή του κεφαλιού και στην συνέχεια καλύπτεται με ένα λευκό λινό πέπλο, το οποίο πέφτει μπροστά μέχρι το ύψος των φρυδιών, και στο πίσω μέρος πέφτει πτυχόμενο επάνω στους ώμους. Το αποτέλεσμα είναι πολύ χαριτωμένο.
16 Σεπτ. Είχαμε σελώσει - εάν μπορώ να ονομάσω αυτήν την ξύλινη κούνια10 που κουβαλούσαν τα μουλάρια με αυτό το όνομα - πριν την ανατολή του ηλίου. Κατερχόμενοι διαμέσου της πεδιάδας, περάσαμε στις 08:00 η ώρα από τα Βασιλικά, ένα χωριό με πλούσιο υδροφόρο ορίζοντα, περιτριγυρισμένο από μουριές και εξαιρετικά εύφορους κήπους. Στον παρακείμενο κάμπο δεν υπήρχε τίποτα αξιοσημείωτο, εκτός από μερικούς τύμβους, από τους οποίους μέτρησα 7 σε διαφορετικά σημεία, 3 εξ αυτών τεραστίων διαστάσεων, οι οποίοι σκέπαζαν, τολμώ να πω, τα οστά γενναίων ανδρών που έζησαν πριν από τον Αγαμέμνονα. Προσπεράσαμε ακόμη έναν μεγάλο, περίπου ένα μίλι από τα τείχη της Θεσσαλονίκης. Επίσης, αφήσαμε πίσω μας 2 τουρκικά λουτρά11, ερειπωμένα, αλλά ακόμη σε χρήση, χτισμένα πάνω από φυσικές πηγές ζεστού ιαματικού νερού. Σήμερα δεν υπάρχουν ζεστά λουτρά στην Θεσσαλονίκη, ωστόσο η πόλη οφείλει το αρχαίο της όνομα Θέρμη σε αυτές τις πηγές. Πιθανόν το νερό να μεταφερόταν με σωλήνες από απόσταση. Υπάρχουν πολλές τέτοιες πηγές στην περιοχή και το νερό εξέρχεται σε πολύ υψηλή θερμοκρασία. Σε όλη την διαδρομή δεν είδαμε κανένα άλλο ζώο εκτός από μερικούς αετούς και γεράκια που έκαναν κύκλους ψηλά στον αέρα.
Στις 10:30, μετά από διαδρομή 5 ωρών, φτάσαμε στο μέρος που μας είχαν υποσχεθεί για ανάπαυση, την πηγή της Ματζάρδας12, όπου καθίσαμε για 2 ώρες κάτω από την σκιά ενός πλατάνου. Σε απόσταση ¼ του μιλίου, μεταξύ ημών και της θάλασσας, βρισκόταν ένα τούρκικο χωριό και ένα τζαμί, ερειπωμένα και ερημωμένα - μία επιβεβαίωση όσων ακούσαμε από πολλούς για την παρακμή του τουρκικού πληθυσμού σε αυτές τις περιοχές. Αυτή ήταν η τελευταία ανάπαυλά μας για το μεσημέρι. Έφτασε στο τέλος της, αφήνοντας πίσω της "την αξέχαστη ανάμνηση μίας ευχάριστης ώρας" (για την ακρίβεια δύο ωρών). Αξίζει να σημειωθεί, αναλογιζόμενοι τις δυσκολίες ενός ταξιδιού επάνω σε μουλάρι ή την ράχη ενός αλόγου, απλώς την χαρά ενός μεσημεριανού ύπνου - την απόλαυση της ανάπαυλας που κερδήθηκε με κόπο και την ικανοποίηση της αληθινής πείνας και δίψας, την οποία στην αληθινή ζωή μας στο σπίτι λίγοι από εμάς έχουμε βιώσει. Και έπειτα οι ταξιδιώτες έχουν πολλά πράγματα να πουν ο ένας στον άλλο, τα οποία είχαν σκεφτεί κατά την διάρκεια της διαδρομής, αλλά δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν, γιατί τα "ακοινώνητα" μουλάρια δεν πήγαιναν πλάι-πλάι και ο θόρυβος των πετάλων τους επάνω στον πέτρινο δρόμο κάλυπτε την φωνή και ενθάρρυνε την σιωπή. Εξάλλου, μου έφερε στο μυαλό παρόμοιες στάσεις που κάναμε παλαιότερα στον Μωριά και την Βόρεια Ελλάδα μαζί με τους ......... και ..........
Μετά από διαδρομή ακόμη 2 ωρών και 20 λεπτών φτάσαμε στην Θεσσαλονίκη, περιτριγυριζόμενοι καθ΄οδόν από αμπέλια. Ο κάθε διερχόμενος ταξιδιώτης μπορεί να πάρει τόσα φρούτα, όσα μπορεί να φάει· παίρνοντας περισσότερα μαζί του θεωρείται κλοπή...
1. Πρόκειται για τον Άγγλο περιηγητή William Martin Leake, ο οποίος πέρασε από την Μακεδονία το 1807 και στη συνέχεια εξέδωσε τις εντυπώσεις του από το ταξίδι, με τον τίτλο "Travels in Northern Greece", (Λονδίνο 1835).
2. Η Σάνη της Ακτής ιδρύθηκε από Ίωνες αποίκους που ήρθαν από την Άνδρο στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. Κατά τους Μηδικούς πολέμους η πόλη υποχρεώθηκε από τον Ξέρξη σε αναγκαστική στρατολογία, και στη συνέχεια έγινε μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας, πληρώνοντας 4.000 δραχμές το χρόνο. Κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, επειδή η πόλη δεν στάθηκε στο πλευρό της Σπάρτης όπως άλλες πόλεις της Χαλκιδικής, πολιορκήθηκε από τον Σπαρτιάτη στρατηγό Βρασίδα. Το 349 π.Χ. ύστερα από προδοσία κάποιου άρχοντά της με το όνομα Απολλώνιος, η πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς από τα στρατεύματα του Φιλίππου Β'. Τη θέση της Σάνης περιέλαβε η οχύρωση της πόλης Ουρανόπολις, όπως αναφέρει ο Στράβων.
3. Πρόκειται για τον αρχαίο γλύπτη Δεινοκράτη, ο οποίος είχε προτείνει στον Μ. Αλέξανδρο να μεταβληθεί ο Άθωνας σε άγαλμά του, που στο ένα του χέρι να κρατά πόλη 10.000 κατοίκων και από το άλλο να ρέει ποτάμι από πολλά στόμια. Ο Μ. Αλέξανδρος αρνήθηκε κατηγορηματικά.
4. Στο πρωτότυπο κείμενο αναφέρεται ως Erissó.
5. Η σημαντικότερη αρχαία πόλη-λιμάνι της ΒΑ. Χαλκιδικής. H Άκανθος αποικίστηκε γύρω στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. από κατοίκους της Άνδρου σε θέση όπου κατά τον Πλούταρχο προϋπήρχε "η πόλις του Δράκοντος". Κατά τους Μηδικούς πολέμους οι Ακάνθιοι συνεργάστηκαν με τους Πέρσες, βοήθησαν εκούσια τον Ξέρξη στη διάνοιξη της διώρυγας και φιλοξένησαν πρόθυμα τους Πέρσες. Με προθυμία επίσης βοήθησαν τους Πέρσες στην εκστρατεία τους εναντίον της Ελλάδας και ανακήρυξαν ήρωά τους και τιμούσαν τον Αρταχαίη, τον Πέρση δηλαδή μηχανικό που επέβλεπε τη διάνοιξη της διώρυγας.
Αργότερα η Άκανθος υπήρξε μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας και μάλιστα πλήρωνε 3 τάλαντα το χρόνο ως φόρο. Το 424 όμως οι Ακάνθιοι προσχωρούν εύκολα στους Σπαρτιάτες. Η Άκανθος αρνήθηκε πεισματικά να ενταχθεί στο Κοινό των Χαλκιδέων και, όταν πιέστηκε από τους Ολυνθίους, έστειλε αντιπροσωπία στη Σπάρτη, ζητώντας την βοήθειά της, γεγονός που είχε αποτέλεσμα την κατάληψη της Ολύνθου και τη διάλυση του Κοινού.
Το 349 π.Χ. καταλαμβάνεται από τον Φίλιππο Β' και μετά την κατάλυση του μακεδονικού βασιλείου από τους Ρωμαίους δέχεται βετεράνους Ρωμαίους στρατιώτες και μετονομάζεται σε Ερισσό.
6. Στο πρωτότυπο κείμενο αναφέρεται Nizvoro, η σημερινή Στρατονίκη.
7. Στο πρωτότυπο κείμενο αναφέρεται Elerigova, η σημερινή Αρναία.
8. Ο πύργος του Μαδέμ αγά στα σημερινά Στάγειρα.
9. Η τοποθεσία Κερασιά διασώζεται ακόμη και σήμερα ΒΑ του Αγίου Προδρόμου, στην διασταύρωση που πηγαίνει για Σανά και Δουμπιά.
10. Προφανώς εννοεί το σαμάρι.
11. Πρόκειται μάλλον για τα λουτρά του Πισιώνα ή Πινσώνα, που λειτουργούσαν μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα. Πολλοί Θεσσαλονικείς μάλιστα οργάνωναν τότε εκδρομές εκεί και έπαιρναν τα λουτρά τους, όπως πληροφορούμαστε από εφημερίδες της εποχής.
12. Στο πρωτότυπο κείμενο αναφέρεται ως Matzarvis. Ματζάρδες λεγόταν παλιά η σημερινή Ν. Ραιδεστός. Ο συγγραφέας εδώ αναφέρεται στα ονομαζόμενα σήμερα Λουτρά της Θέρμης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου